Дед Мороз

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
Дед Мороз < дед (παππούς) & мороз (παγωνιά)

Προφορά

[επεξεργασία]
ΔΦΑ : /dʲɛd mʌˈrɔs/

Κύριο όνομα

[επεξεργασία]

Дед Мороз (ru) (Ded Moroz) αρσενικό