accomplissement

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /a.kɔ̃.plis.mɑ̃/
 

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

      ενικός         πληθυντικός  
accomplissement accomplissements

accomplissement (fr) αρσενικό