active

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
παραθετικά
θετικός active
συγκριτικός more active
υπερθετικός most active

Προφορά

[επεξεργασία]
ΔΦΑ : /ˈæk.tɪv/
 

Επίθετο

[επεξεργασία]

active (en)

  1. ενεργός
  2. ενεργητικός
  3. (πληροφορική) βλ. active code, active window

Αντώνυμα

[επεξεργασία]

Συγγενικά

[επεξεργασία]

→ και δείτε τη λέξη act



Προφορά

[επεξεργασία]
ΔΦΑ : /ak.tiv/

Κλιτικός τύπος επιθέτου

[επεξεργασία]

active (fr)