déclenchement
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)
[επεξεργασία]ενικός | πληθυντικός |
déclenchement | déclenchements |
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]déclenchement (fr) αρσενικό
ενικός | πληθυντικός |
déclenchement | déclenchements |
déclenchement (fr) αρσενικό