directory

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Προφορά

[επεξεργασία]
 

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

directory (en)

  1. ο κατάλογος (ονομάτων, διευθύνσεων, συχνά σε αλφαβητική σειρά ή με κάποια άλλη ταξινόμηση)
  2. (πολιτική) το διευθυντήριο, το διευθυντικό σύστημα, η διευθυντική αρχή, το διευθυντικό πολίτευμα
  3. (πληροφορική) ο κατάλογος (αρχείων). Ο όρος directory χρησιμοποιείται συνήθως στα περιβάλλοντα γραμμής εντολής (CLI), σε αντίθεση με το συνώνυμο folder, που χρησιμοποιείται στα γραφικά περιβάλλοντα (GUI).[1]
     συνώνυμα: folder

Σύνθετα

[επεξεργασία]

Υπώνυμα

[επεξεργασία]

Δείτε επίσης

[επεξεργασία]
  • directory στην αγγλική Βικιπαίδεια Λήμμα στην αγγλική Βικιπαίδεια

Αναφορές

[επεξεργασία]