παραπέντε

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Ετυμολογία 1[επεξεργασία]

παραπέντε < (ορθογραφικό δάνειο) γαλλική parapente (γαλλική προφορά /paʁapɑ̃t/)
Ένα παραπέντε.

Προφορά[επεξεργασία]

λείπει η προφορά Μπορείτε να βοηθήσετε;

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

παραπέντε ουδέτερο άκλιτο

  1. μεγάλο ορθογώνιο αλεξίπτωτο που επιτρέπει στον χρήστη του να « πετάξει » από την πλευρά ενός βουνού
  2. (συνεκδοχικά, αθλητισμός) το αντίστοιχο άθλημα

Συνώνυμα[επεξεργασία]

Δείτε επίσης[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]

Ετυμολογία 2[επεξεργασία]

παραπέντε < φράση στο παρά πέντε με συνεκφορά του παρά & πέντε

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /pa.ɾaˈpen.de/
τυπογραφικός συλλαβισμός: πα‐ρα‐πέ‐ντε

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

παραπέντε ουδέτερο άκλιτο

Πηγές[επεξεργασία]